Plenit στα ελληνικά
Μετάφραση: plenit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάφυρα, λεφτά, λεηλατώ, τσουβάλι, σάκος, λεηλασία, σάκο, σακί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- najmout στα ελληνικά - ναυλώνω, νοικιάζω, νοίκι, καταστατικό, μίσθωση, ενοικιάζω, εκμίσθωση, ...
- neuvěřitelný στα ελληνικά - απίστευτος, υπέροχος, απίθανος, Υπέροχη, απίστευτη, απίστευτο, απίστευτα
- obědvat στα ελληνικά - μεσημεριανό, δειπνήσουν, δειπνήσετε, να δειπνήσουν, να δειπνήσετε, δείπνο
- odzbrojit στα ελληνικά - κατεδαφίζω, αφοπλίζουν, αφοπλίσουν, αφοπλίσει, αφοπλιστούν, αφοπλίζει
Τυχαίες λέξεις
Plenit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάφυρα, λεφτά, λεηλατώ, τσουβάλι, σάκος, λεηλασία, σάκο, σακί
Μεταφράσεις: λάφυρα, λεφτά, λεηλατώ, τσουβάλι, σάκος, λεηλασία, σάκο, σακί