Rolnictví στα ελληνικά
Μετάφραση: rolnictví, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεωργία, Κτηνοτροφία, εκτροφής, Ζωοτεχνία, κτηνοτροφικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bušit στα ελληνικά - νικώ, δονούμαι, δέρνω, χτυπώ, γογγύζω, παλμός, πάλομαι, ...
- kolonista στα ελληνικά - οικιστής, άποικος, εποίκου, άποικο, αποίκου, εποίκου της
- lehký στα ελληνικά - μικρός, απλοϊκός, πράος, ήπιος, προσβάλλω, θίγω, ευάερος, ...
- metrický στα ελληνικά - μετρικός, μετρικούς, μετρικό, μετρικών, μετρική
Τυχαίες λέξεις
Rolnictví στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεωργία, Κτηνοτροφία, εκτροφής, Ζωοτεχνία, κτηνοτροφικής
Μεταφράσεις: γεωργία, Κτηνοτροφία, εκτροφής, Ζωοτεχνία, κτηνοτροφικής