Strojvedoucí στα ελληνικά

Μετάφραση: strojvedoucí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, μηχανεύομαι, οδηγών, οδηγοί, οι οδηγοί, οδηγούς, οδήγησης
Strojvedoucí στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • celtovina στα ελληνικά - καμβάς, μουσαμάς, πάπια, πάπιας, παπιών, πάπιες, duck
  • kolaborant στα ελληνικά - τσιράκι, συνεργαζόμενος μετά των εχθρών της πατρίδος του, κουίσλινγκ, Quisling, Κουΐσλιγκ, δοσίλογων
  • kousnutí στα ελληνικά - τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
  • občerstvení στα ελληνικά - αναψυκτικό, ανανέωσης, αναψυκτήριο, αναζωογόνηση, ανανέωση
Τυχαίες λέξεις
Strojvedoucí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, οδηγών, οδηγοί, οι οδηγοί, οδηγούς, οδήγησης