Těžkopádný στα ελληνικά
Μετάφραση: těžkopádný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυκνός, βαρύς, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anorganický στα ελληνικά - ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
- kladně στα ελληνικά - θετικώς, θετικά, θετική, θετικό
- nihilistický στα ελληνικά - μηδενιστικός, μηδενιστική, μηδενιστικό, μηδενιστικές, μηδενιστικής
- osm στα ελληνικά - οκτώ, οχτώ, των οκτώ, από οκτώ
Τυχαίες λέξεις
Těžkopádný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυκνός, βαρύς, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής
Μεταφράσεις: πυκνός, βαρύς, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής