Ainesosa στα ελληνικά

Μετάφραση: ainesosa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστατικός, εξάρτημα, συντελεστής, παράγοντας, συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά
Ainesosa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aineosa στα ελληνικά - συστατικό, συνιστώσα, εξάρτημα, συστατικού, στοιχείου
  • aines στα ελληνικά - παράγοντας, εξάρτημα, υπόθεση, θέμα, στοιχείο, νοιάζομαι, ύλη, ...
  • ainiaan στα ελληνικά - πάντοτε, ποτέ, πάντα, συνεχώς, ολοένα, όλο
  • ainoa στα ελληνικά - μονόκλινος, ασυντρόφευτος, μοναχικός, μόνος, πέλμα, μόνο, μονός, ...
Τυχαίες λέξεις
Ainesosa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστατικός, εξάρτημα, συντελεστής, παράγοντας, συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά