Emä στα ελληνικά

Μετάφραση: emä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μητέρα, φράγμα, φράγματος, dam, του φράγματος
Emä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • emuloida στα ελληνικά - μιμούμαι, παραβγαίνω, μιμηθούν, μιμηθεί, μιμηθούμε, μιμούνται, εξομοιώσετε
  • emulointi στα ελληνικά - άμιλλα, Emulation, εξομοίωσης, προσομοίωσης, Προσομοίωση
  • emäntä στα ελληνικά - οικοδέσποινα, αεροσυνοδός, αεροσυνοδό, hostess, οικοδέσποινας
  • emäpuu στα ελληνικά - καρίνα, καρίνας, τρόπιδας, τρόπιδα, τρόπιδος
Τυχαίες λέξεις
Emä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μητέρα, φράγμα, φράγματος, dam, του φράγματος