Entisajan στα ελληνικά

Μετάφραση: entisajan, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, αρχαίος, πεπαλαιωμένος, παλιού κόσμου, του παλιού κόσμου, παλαιού κόσμου, παλιάς εποχής, παλιάς
Entisajan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • entisaika στα ελληνικά - περασμένος, παρελθόν, παλαιός, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
  • entisaikainen στα ελληνικά - γέρικος, γέρος, παλαιός, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
  • entistys στα ελληνικά - αναπαλαίωση, ανακαίνιση, επαναφορά, ανασυγκρότηση, αποκατάσταση, Αναπαλαίωση, την αποκατάσταση, ...
  • entistää στα ελληνικά - αποκαθιστώ, αναστηλώνω, ανακτώ, για την αποκατάσταση, για την αποκατάσταση της, να αποκαταστήσει, να αποκατασταθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Entisajan στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, αρχαίος, πεπαλαιωμένος, παλιού κόσμου, του παλιού κόσμου, παλαιού κόσμου, παλιάς εποχής, παλιάς