Inhottaa στα ελληνικά
Μετάφραση: inhottaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξέγερση, φρίκη, σιχαίνομαι, αηδία, απόκρουση, απώθηση, απώθησης, απόκρουσή, απόκρουσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inho στα ελληνικά - αντιπάθεια, αηδία, φρίκη, σίχαμα, απέχθεια, αποστροφή, σιχαμάρα, ...
- inhota στα ελληνικά - σιχαίνομαι, αηδιάζω, αποστρέφομαι, απεχθάνονται, απαιχθάνομαι
- inhottava στα ελληνικά - βδελυρός, εναγής, απεχθής, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, ...
- injektio στα ελληνικά - ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Τυχαίες λέξεις
Inhottaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξέγερση, φρίκη, σιχαίνομαι, αηδία, απόκρουση, απώθηση, απώθησης, απόκρουσή, απόκρουσης
Μεταφράσεις: εξέγερση, φρίκη, σιχαίνομαι, αηδία, απόκρουση, απώθηση, απώθησης, απόκρουσή, απόκρουσης