Laskea στα ελληνικά

Μετάφραση: laskea, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσωπο, υπολογίζω, κόμης, ενοικιάζομαι, σκι, μετρώ, λογαριάζω, αποτιμώ, αφήνω, αριθμός, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
Laskea στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lasi στα ελληνικά - κρύσταλλος, ποτήρι, τζάμι, γυαλί, γυαλιού, γυάλινο, γυάλινη
  • lasit στα ελληνικά - γυαλιά, ποτήρια, τα γυαλιά, γυαλιών, Γυαλία
  • laskea alas στα ελληνικά - ταπεινώνω, χαμηλώνω, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
  • laskea leikkiä στα ελληνικά - αστείο, σκέρτσο, αστειεύομαι, αστεϊσμός, περίγελος, jest
Τυχαίες λέξεις
Laskea στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσωπο, υπολογίζω, κόμης, ενοικιάζομαι, σκι, μετρώ, λογαριάζω, αποτιμώ, αφήνω, αριθμός, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει