Mielipuolinen στα ελληνικά

Μετάφραση: mielipuolinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλογος, unglued, ξεκολλήσει
Mielipuolinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mielipidekysely στα ελληνικά - δημοσκόπηση, δημοσκόπησης, δημοσκόπηση που, σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης, σφυγμομέτρηση
  • mielipuoli στα ελληνικά - άρρωστος, παραφρόντας, τρελός, τρελό, τρελού, madman
  • mielipuolisuus στα ελληνικά - τρέλα, παραφροσύνη, παράνοια, παραφροσύνης, την παραφροσύνη
  • mielisairas στα ελληνικά - ψυχικός, πνευματικός, ανισόρροπος, φρενοφλαβής, παραφρονάς, φρενοβλαβές, φρενοβλαβών
Τυχαίες λέξεις
Mielipuolinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλογος, unglued, ξεκολλήσει