Pahoittaa στα ελληνικά
Μετάφραση: pahoittaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, πληγώνω, τραυματίζω, πονώ, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pahoinvoiva στα ελληνικά - άρρωστος, αηδιαστικός, ναυτία, nauseous, ναυτίας, εμετό
- pahoitella στα ελληνικά - κλαίω, στενάζω, μουγκρητό, γκρίνια, οδυρμός, μοιρολογώ, μετανιώνω, ...
- pahoittelu στα ελληνικά - λυπάμαι, μετανιώνω, λύπη, μετανιώσετε, λυπούμαι
- paholainen στα ελληνικά - διάβολος, διάβολο, διαβόλου, του διαβόλου, ο διάβολος
Τυχαίες λέξεις
Pahoittaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, πληγώνω, τραυματίζω, πονώ, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Μεταφράσεις: χτυπώ, πληγώνω, τραυματίζω, πονώ, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές