Poikkeuksellinen στα ελληνικά
Μετάφραση: poikkeuksellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικός, ιδιόμορφος, μοναδικός, ανώμαλος, ενικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- poikkeava στα ελληνικά - ανώμαλος, ανώμαλο, εναλλακτικός, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
- poikkeavuus στα ελληνικά - ανωμαλία, ανωμαλίας, ανωμαλίες, διαταραχή, ανωμαλιών
- poikkeus στα ελληνικά - παρεκτροπή, εξαίρεση, παρέκβαση, εκτός, εξαιρουμένων, πλην, εξαίρεσης
- poikki στα ελληνικά - απέναντι, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλη την, σε όλον
Τυχαίες λέξεις
Poikkeuksellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, ιδιόμορφος, μοναδικός, ανώμαλος, ενικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, ιδιόμορφος, μοναδικός, ανώμαλος, ενικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες