Pyyhältää στα ελληνικά
Μετάφραση: pyyhältää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτερυγίζω, νηοπομπή, στόλος, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep
Μεταφράσεις
- pyyhkiä στα ελληνικά - εξαλείφω, διαγράφω, σκουπίζω, τρίβω, σκουπίστε, σκουπίσετε, σκουπίσει, ...
- pyyhkäistä στα ελληνικά - καμπύλη, σαρώνω, σκουπίζω, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, ...
- pyykki στα ελληνικά - πλύση, πλυντήριο, πλυντήριο ρούχων, πλυντηρίου, πλυντηρίων, πλυντηρίων ρούχων
- pyykätä στα ελληνικά - πλύνω, πλένω
Τυχαίες λέξεις
Pyyhältää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτερυγίζω, νηοπομπή, στόλος, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep
Μεταφράσεις: πτερυγίζω, νηοπομπή, στόλος, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep