Tiukasti στα ελληνικά
Μετάφραση: tiukasti, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακράδαντα, σταθερά, σφικτά, αυστηρά, αυστηρώς, απολύτως, αυστηρή, στενά
Μεταφράσεις
- ammattikunta στα ελληνικά - επιχρυσώνω, εντολή, επιτήδευμα, ρόπαλο, ένωση, παραγγελία, κοινωνία, ...
- kuuloaisti στα ελληνικά - αίσθηση της ακοής, αίσθηση της ακρόασης, λογικό της ακρόασης, το λογικό της ακρόασης, ακοή
- ohi στα ελληνικά - περασμένος, παρελθόν, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων
- pituuspiiri στα ελληνικά - απόγειο, μεσημβρινός, μεσημβρινό, μεσημβρινού, μεσημβρινών, του μεσημβρινού
Τυχαίες λέξεις
Tiukasti στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακράδαντα, σταθερά, σφικτά, αυστηρά, αυστηρώς, απολύτως, αυστηρή, στενά
Μεταφράσεις: ακράδαντα, σταθερά, σφικτά, αυστηρά, αυστηρώς, απολύτως, αυστηρή, στενά