Tulo στα ελληνικά

Μετάφραση: tulo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαβή, κέρδος, αποδοχές, προϊόν, λήμμα, εισόδημα, έλευση, έσοδο, απολαβές, μισθός, ωφέλεια, είσοδος, πλησιάζω, πρόστυχος, άφιξη, ερχομός, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων
Tulo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • enkelimäinen στα ελληνικά - αγγελικός, γλυκός, καραμέλα, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
  • höyste στα ελληνικά - άρτυμα, καρύκευμα, καρυκεύω, μπαχαρικό, νοστιμιά, απολαύσετε, απολαύσουν, ...
  • mukavuus στα ελληνικά - παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
  • päästö στα ελληνικά - εκπομπή, έκλυση, εκπομπών, εκπομπής, των εκπομπών, εκπομπές
Τυχαίες λέξεις
Tulo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαβή, κέρδος, αποδοχές, προϊόν, λήμμα, εισόδημα, έλευση, έσοδο, απολαβές, μισθός, ωφέλεια, είσοδος, πλησιάζω, πρόστυχος, άφιξη, ερχομός, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων