Valvoja στα ελληνικά
Μετάφραση: valvoja, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επόπτης, επιτηρητής, ακόλουθος, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη
Μεταφράσεις
- inhottava στα ελληνικά - βδελυρός, εναγής, απεχθής, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, ...
- kansanvaltainen στα ελληνικά - δημοκρατικός, δημοκρατική, δημοκρατικών, δημοκρατικό, δημοκρατικής
- olkinen στα ελληνικά - άχυρο, καλαμάκι
- pelaaja στα ελληνικά - παίκτης, συμμέτοχος, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής
Τυχαίες λέξεις
Valvoja στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επόπτης, επιτηρητής, ακόλουθος, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη
Μεταφράσεις: επόπτης, επιτηρητής, ακόλουθος, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη