Virike στα ελληνικά
Μετάφραση: virike, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδέα, καύσιμα, καύσιμο, τροφοδοτώ, διέγερση, κίνητρο, ερέθισμα, κινήτρων, ερεθίσματος, τόνωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bisnesmies στα ελληνικά - ο άνθρωπος των επιχειρήσεων, άνθρωπος των επιχειρήσεων, επιχείρηση άνθρωπος, επιχειρησιακό άτομο, άνθρωπος των επιχειρήσεων που
- erikoisen στα ελληνικά - ειδικά, πολύ, ιδίως, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα
- heiluminen στα ελληνικά - κουνώ, κούνια, κουνάω, wiggle, λικνίζονται, να κουνάω, κουνιούνται
- kansalainen στα ελληνικά - υπήκοος, θέμα, εθνικός, υποκείμενο, αντικείμενο, πολίτης, πολίτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Virike στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδέα, καύσιμα, καύσιμο, τροφοδοτώ, διέγερση, κίνητρο, ερέθισμα, κινήτρων, ερεθίσματος, τόνωσης
Μεταφράσεις: ιδέα, καύσιμα, καύσιμο, τροφοδοτώ, διέγερση, κίνητρο, ερέθισμα, κινήτρων, ερεθίσματος, τόνωσης