Διέγερση στα φινλανδικά

Μετάφραση: διέγερση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiihdytys, alkusysäys, mielenliikutus, mieltenkuohu, esileikki, ärsyke, virike, jännitys, sysäys, kiihtymys, stimulaatio, stimulaatiota, stimulaation, stimulointi, kannustaminen
Διέγερση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διέγερση

διέγερση ατόμου, διέγερση ηλεκτρονίου, διέγερση ωοθηκών, διέγερση ατόμων, διέγερση του ατόμου, διέγερση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διέγερση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διάχυση στα φινλανδικά - diffuusio, levittämistä, diffuusion, diffusion, levittäminen
  • διάψευση στα φινλανδικά - kieltäminen, epääminen, kieltämistä, kieltämisen, epäämisen
  • διένεξη στα φινλανδικά - kiista, jupakka, kina, eittää, riita, selkkaus, ristiriita, ...
  • διέξοδος στα φινλανδικά - poistoaukko, halkio, pistorasia, tulivuori, räppänä, töpseli, pistorasiaan, ...
Τυχαίες λέξεις
Διέγερση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kiihdytys, alkusysäys, mielenliikutus, mieltenkuohu, esileikki, ärsyke, virike, jännitys, sysäys, kiihtymys, stimulaatio, stimulaatiota, stimulaation, stimulointi, kannustaminen