Cigarette στα ελληνικά

Μετάφραση: cigarette, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιγάρο, τσιγάρων, τσιγάρου, των τσιγάρων, του τσιγάρου
Cigarette στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • air-filled στα ελληνικά - αέρα γεμάτο, πληρούμενο με αέρα, που πληρούται με αέρα, γεμάτους με αέρα, στους γεμάτους με αέρα
  • authorising στα ελληνικά - αρμόδιος, αρμόδιο, διατάκτη, αρμόδιου, εκδίδουσα
  • billionaires στα ελληνικά - δισεκατομμυριούχους, δισεκατομμυριούχοι, δισεκατομμυριούχων, δισεκατομμυριούχους της, τους δισεκατομμυριούχους
Τυχαίες λέξεις
Cigarette στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιγάρο, τσιγάρων, τσιγάρου, των τσιγάρων, του τσιγάρου