Helm στα ελληνικά

Μετάφραση: helm, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πηδάλιο, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία
Helm στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allusive στα ελληνικά - υπαινισσόμενος
  • ampere-second στα ελληνικά - αμπέρ, τιμή αμπέρ, ampere, τιμή σε Αμπέρ, ένταση σε αμπέρ
  • bounder στα ελληνικά - αγροίκος, φανφαρόνος
Τυχαίες λέξεις
Helm στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πηδάλιο, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία