Граница στα ελληνικά

Μετάφραση: граница, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρέλι, περιστέλλω, οριακός, επιβάλλω, διανέμω, μεθόριος, περιορίζω, σύνορο, σύνορα, συνόρων, των συνόρων, συνοριακών
Граница στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • граната στα ελληνικά - χειροβομβίδα, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
  • гранит στα ελληνικά - γρανίτης, γρανίτη, από γρανίτη, γρανιτη, γρανίτες
  • граф στα ελληνικά - κόμης, Earl, κόμη, ούλη κόμη, Ερλ
  • график στα ελληνικά - ωράριο, πρόγραμμα, χρονοδιάγραμμα, το χρονοδιάγραμμα, χρονοδιαγράμματος, προγράμματος
Τυχαίες λέξεις
Граница στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρέλι, περιστέλλω, οριακός, επιβάλλω, διανέμω, μεθόριος, περιορίζω, σύνορο, σύνορα, συνόρων, των συνόρων, συνοριακών