Σύνορο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σύνορο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мажа, граница, границата, гранична, граничния, граничен
Σύνορο στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύνορο

σύνορο σκούρα, νέο σύνορο, σύνορο συνόλου, περιοδικό σύνορο, αποτελεσματικό σύνορο, σύνορο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σύνορο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σύνοδος στα βουλγαρικά - сесия, сесията, заседание, на сесията
  • σύνολο στα βουλγαρικά - общо, общия, Общият, общ, Общият брой
  • σύνοψη στα βουλγαρικά - ограничение, резюме, обобщение, обобщена, резюме на, обобщен
  • σύνταγμα στα βουλγαρικά - конституция, физика, конституцията, учредяване
Τυχαίες λέξεις
Σύνορο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мажа, граница, границата, гранична, граничния, граничен