Компресия στα ελληνικά

Μετάφραση: компресия, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Компресия στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • компот στα ελληνικά - tutti, τούτι, τούττι
  • компреса στα ελληνικά - πατικώνω, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
  • компресор στα ελληνικά - συμπιεστής, συμπιεστή, του συμπιεστή, αεροσυμπιεστή, συμπιεστών
  • комунизъм στα ελληνικά - κομμουνισμός, Κομμουνισμού, τον κομμουνισμό, Κομμουνισμό, Ο κομμουνισμός
Τυχαίες λέξεις
Компресия στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση