Кондензатор στα ελληνικά
Μετάφραση: кондензатор, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυκνωτής, πυκνωτή, πυκνωτών, του πυκνωτή, τον πυκνωτή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- конвейер στα ελληνικά - αγωγός, μεταφορέας, μεταφέρων, μεταφορέα, μεταφορέων, μεταφορέως
- конвенция στα ελληνικά - συνθήκη, σύμβαση, συνέλευση, συνέδριο, σύμβασης, Συμβάσεως, συνεδριακό, ...
- кондом στα ελληνικά - ασφάλεια, γόμα, ασφαλής, χρηματοκιβώτιο, λαστιχένιος, προφυλακτικό, προφυλακτικού, ...
- кондуктор στα ελληνικά - μαέστρος, αγωγός, αγωγού, αγωγό, του αγωγού
Τυχαίες λέξεις
Кондензатор στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυκνωτής, πυκνωτή, πυκνωτών, του πυκνωτή, τον πυκνωτή
Μεταφράσεις: πυκνωτής, πυκνωτή, πυκνωτών, του πυκνωτή, τον πυκνωτή