Одеяло στα ελληνικά
Μετάφραση: одеяло, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουβέρτα, τυλίγω, σκεπάζω, κάλυμμα, γενική, στρώμα, μανδύα
Μεταφράσεις
- одата στα ελληνικά - περίμενε, περιμένω, ωδή, ode, ωδής, ύμνος, την Ωδή
- одежда στα ελληνικά - ρουχισμός, ρούχα, ρόμπα, χιτώνα, μπουρνούζι, ράσο, ένδυμα
- одеяние στα ελληνικά - ενδυμασία, ένδυμα, ενδυμασίας, την ενδυμασία, ντύσιμο
- оди στα ελληνικά - ελέγχω, Ωδές, ωδών, τις Ωδές, ωδές του
Τυχαίες λέξεις
Одеяло στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουβέρτα, τυλίγω, σκεπάζω, κάλυμμα, γενική, στρώμα, μανδύα
Μεταφράσεις: κουβέρτα, τυλίγω, σκεπάζω, κάλυμμα, γενική, στρώμα, μανδύα