Организация στα ελληνικά

Μετάφραση: организация, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διευθέτηση, διακανονισμός, σύστημα, τακτοποίηση, ετοιμασία, οργάνωση, οργανισμός, οργάνωσης, οργανώσεως, οργανισμού
Организация στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • оргазъм στα ελληνικά - αποκορύφωμα, οργασμός, οργασμό, οργασμού, τον οργασμό, του οργασμού
  • орган στα ελληνικά - όργανο, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
  • органист στα ελληνικά - οργανίστας, οργανοπαίκτης, οργανίστα, οργανοπαίκτη, το οργανοπαίκτης
  • орден στα ελληνικά - παραγγελία, παραγγέλλω, προσταγή, εντολή, διαταγή, προκειμένου, ώστε, ...
Τυχαίες λέξεις
Организация στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διευθέτηση, διακανονισμός, σύστημα, τακτοποίηση, ετοιμασία, οργάνωση, οργανισμός, οργάνωσης, οργανώσεως, οργανισμού