Dégénèrent στα ελληνικά

Μετάφραση: dégénèrent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκφυλος, εκφυλίζομαι, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, εκφυλισμένα, εκφυλισμένες
Dégénèrent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accaparant στα ελληνικά - μονοπώληση, μονοπωλιακό, μονοπωλήσεως, της μονοπωλήσεως
  • camper στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
  • caresser στα ελληνικά - πετώ, εγκεφαλικό, χτύπημα, χαϊδεύω, θωπεύω, χάδι, χάδια, ...
Τυχαίες λέξεις
Dégénèrent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκφυλος, εκφυλίζομαι, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, εκφυλισμένα, εκφυλισμένες