Déterminer στα ελληνικά

Μετάφραση: déterminer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημειώνω, αναθέτω, κράτος, προσδιορίζω, καθιερώνω, σημαίνω, εννοώ, καθορισμένος, τοποθετώ, συμφωνώ, προβλέπω, αποδίδω, ιθύνω, παραδόπιστος, προκαλώ, φτιάχνω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί
Déterminer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adjugea στα ελληνικά - κριθεί, κρίνεται, κηρυχθεί, κηρυχθεί σε, επιδικασθέν
  • antinomie στα ελληνικά - αντίφαση, ασυμφωνία, αντινομία, η αντινομία, αντινομίας, αντινομία τούτη
  • approprions στα ελληνικά - σφετερίζομαι, κατάλληλος, οικειοποιούμαι, ιδιοποιείται, ιδιοποίηση, ιδιοποιούνται, οικειοποιηθούν, ...
  • cernées στα ελληνικά - προσδιορίζονται, εντοπίζονται, εντοπίστηκαν, προσδιοριστεί, εντοπιστεί
Τυχαίες λέξεις
Déterminer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημειώνω, αναθέτω, κράτος, προσδιορίζω, καθιερώνω, σημαίνω, εννοώ, καθορισμένος, τοποθετώ, συμφωνώ, προβλέπω, αποδίδω, ιθύνω, παραδόπιστος, προκαλώ, φτιάχνω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί