Falsifier στα ελληνικά
Μετάφραση: falsifier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάλπικος, κίβδηλος, παραποιώ, νοθεύω, αλλοιώνω, κατασκευάζω, πλαστογραφία, πλαστός, πλαστογράφηση, παραποιούν, την πλαστογράφηση, διαψεύσει, την παραποίηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aplatissement στα ελληνικά - ισοπέδωση, ισοπέδωσης, ισοπεδώνοντας, επιπέδωσης, επιπεδώσεως
- comptoir στα ελληνικά - φράζω, θυρίδα, εμποδίζω, κάγκελο, μπαρ, μετρητής, μετρητή, ...
Τυχαίες λέξεις
Falsifier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάλπικος, κίβδηλος, παραποιώ, νοθεύω, αλλοιώνω, κατασκευάζω, πλαστογραφία, πλαστός, πλαστογράφηση, παραποιούν, την πλαστογράφηση, διαψεύσει, την παραποίηση
Μεταφράσεις: κάλπικος, κίβδηλος, παραποιώ, νοθεύω, αλλοιώνω, κατασκευάζω, πλαστογραφία, πλαστός, πλαστογράφηση, παραποιούν, την πλαστογράφηση, διαψεύσει, την παραποίηση