Lourdeur στα ελληνικά

Μετάφραση: lourdeur, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρύτητα, βάρους, ένταση, αίσθημα βάρους, βαρέως
Lourdeur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anarchisme στα ελληνικά - αναρχισμός, αναρχισμού, αναρχισμό, ο αναρχισμός, τον αναρχισμό
  • censurèrent στα ελληνικά - λογοκρίνονται, λογοκρίνεται, λογοκριμένη, λογοκρίθηκε, λογοκριθεί
  • censurées στα ελληνικά - λογοκρίνονται, λογοκρίνεται, λογοκριμένη, λογοκρίθηκε, λογοκριθεί
Τυχαίες λέξεις
Lourdeur στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρύτητα, βάρους, ένταση, αίσθημα βάρους, βαρέως