Trépidation στα ελληνικά

Μετάφραση: trépidation, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόνηση, κραδασμός, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor
Trépidation στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accorder στα ελληνικά - εξομολογώ, επίδομα, αποδέχομαι, τόνος, κατακυρώνω, παραχωρώ, προσαρμόζω, ...
  • adversaire στα ελληνικά - αντίπαλος, αντίθεση, εχθρός, αντιπολίτευση, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, ...
  • amaigrissement στα ελληνικά - λιγνάδα, ισχνότητα, ίσχνευση, ισχνότης, ισχνότητα-, emaciation
  • bredouiller στα ελληνικά - τραυλίζω, ψελλίζω, κελαρύζω, μουρμουρίζω, φλυαρώ, ασυναρτησίες, ψέλλισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Trépidation στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόνηση, κραδασμός, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor