Abtreiben στα ελληνικά

Μετάφραση: abtreiben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ματαιώνω, αποβάλλω, ματαιώσετε, ματαίωση, εγκαταλείψετε, ματαιωθεί, ακυρώσετε
Abtreiben στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abtragend στα ελληνικά - διαβρωτικός, διαβρωτική, διαβρωτικής, διαβρωτικές, διαβρωτικών
  • abtragung στα ελληνικά - αμυχή, απόξεση, τριβή, φθορά, διάβρωση, διάβρωσης, τη διάβρωση, ...
  • abtreibend στα ελληνικά - άκαρπος, θνησιγενής, ανεπιτυχής, αποτυχών, άκαρπη
  • abtreibung στα ελληνικά - έκτρωση, άμβλωση, αποβολή, την άμβλωση, η άμβλωση
Τυχαίες λέξεις
Abtreiben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ματαιώνω, αποβάλλω, ματαιώσετε, ματαίωση, εγκαταλείψετε, ματαιωθεί, ακυρώσετε