Bann στα ελληνικά

Μετάφραση: bann, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλαβίζω, ξόρκι, αποκλείω, απαγορεύω, απαγόρευση, αποκλεισμός, ορθογραφώ, διάστημα, σημάνει, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει
Bann στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bankverbindung στα ελληνικά - απεσταλμένος
  • bankwesen στα ελληνικά - τραπεζικής, τραπεζική, τραπεζικές, τραπεζικά, τραπεζικό
  • bannen στα ελληνικά - εξορκίζω, ξορκίσει, ξορκίσουν, εξορκίσουν, εξορκίσουμε
  • banner στα ελληνικά - λάβαρο, σημαία, Διαφήμιση, πανό
Τυχαίες λέξεις
Bann στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλαβίζω, ξόρκι, αποκλείω, απαγορεύω, απαγόρευση, αποκλεισμός, ορθογραφώ, διάστημα, σημάνει, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει