Stuhl στα ελληνικά
Μετάφραση: stuhl, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έδρα, καρέκλα, σκαμπό, έδρανο, σκαμνί, προεδρία, καρεκλάκι, καρέκλας, προεδρεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anständig στα ελληνικά - αρμόζων, ευπρεπής, εύσχημος, σωστός, τετράγωνο, νισάφι, επαρκής, ...
- anwärmung στα ελληνικά - Αναζωπυρώνεται, Θερμαίνει, θερμότητες, θερμαίνει Η, Οι θερμότητες
- beugen στα ελληνικά - απατεώνας, στροφή, κακοποιός, καμπυλώνεται, γέρνω, κάμπτω, σκύβω, ...
- birnbaum στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, Birnbaum, το Birnbaum
Τυχαίες λέξεις
Stuhl στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έδρα, καρέκλα, σκαμπό, έδρανο, σκαμνί, προεδρία, καρεκλάκι, καρέκλας, προεδρεύει
Μεταφράσεις: έδρα, καρέκλα, σκαμπό, έδρανο, σκαμνί, προεδρία, καρεκλάκι, καρέκλας, προεδρεύει