Σκαμπό στα γερμανικά
Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fäkalien, hocker, stuhlgang, kot, schemel, stuhl, Stühle, Hocker, Stuhl, Hockern
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαμπό
σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας γερμανικά, σκαμπό στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σκαλωσιά στα γερμανικά - schafott, grundlage, baugerüst, gerüst, Gerüst, Gerüste, Gerüsten
- σκαμνί στα γερμανικά - fäkalien, schemel, stuhlgang, stuhl, hocker, kot, Hocker, ...
- σκανδάλη στα γερμανικά - abzugsbügel, hahn, abzug, auslöseimpuls, auslöser, Auslöser, Abzug, ...
- σκανδαλώδης στα γερμανικά - frevlerisch, scheußlich, abscheulich, empörend, hanebüchen, skandalös, skandalösen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fäkalien, hocker, stuhlgang, kot, schemel, stuhl, Stühle, Hocker, Stuhl, Hockern
Μεταφράσεις: fäkalien, hocker, stuhlgang, kot, schemel, stuhl, Stühle, Hocker, Stuhl, Hockern