Vulkan στα ελληνικά
Μετάφραση: vulkan, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
Μεταφράσεις
- arbeitsaufteilung στα ελληνικά - κατανομή, ανάλυση, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
- bebte στα ελληνικά - έτρεμε, έτρεμαν, έτρεμα, σείστηκε, έτρεμε από
- birgt στα ελληνικά - λιμάνια, τα λιμάνια, λιμανιών, λιμένες, λιμένων
Τυχαίες λέξεις
Vulkan στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
Μεταφράσεις: ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου