Weil στα ελληνικά

Μετάφραση: weil, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
για, από, γιατί, όπως, διότι, που, σαν, εκείνος, αφού, επειδή, λόγω
Weil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufstieg στα ελληνικά - ανάδειξη, ορθώνομαι, ανάβαση, προαγωγή, προώθηση, ορειβασία, αυξάνομαι, ...
  • avocado στα ελληνικά - αβοκάντο, το αβοκάντο, του αβοκάντο
  • bindehaut στα ελληνικά - επιπεφυκότα, επιπεφυκότας, επιπεφυκότος, επιπεφυκώς, επιπεφυκώτα
Τυχαίες λέξεις
Weil στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: για, από, γιατί, όπως, διότι, που, σαν, εκείνος, αφού, επειδή, λόγω