Zahnärztlich στα ελληνικά
Μετάφραση: zahnärztlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abwürgend στα ελληνικά - Διακοπή λειτουργίας, Διακοπή, Διακοπή λειτουργίας του, στασιμότητα, απώλειας στήριξης
- angeheitert στα ελληνικά - ζαλισμένος, tipsy, μισομεθυσμένος, μισομεθυσμένο, ζαλισμένος από το ποτό
- breithacke στα ελληνικά - αξίνα, σκαπάνη, αξίνη, τσάπα, σκαλιστήρι
- dachfenster στα ελληνικά - φεγγίτης, φωταγωγός, φεγγίτη, skylight, φεγγίτες
Τυχαίες λέξεις
Zahnärztlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές
Μεταφράσεις: οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές