Οδοντικός στα γερμανικά
Μετάφραση: οδοντικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zahnärztlich, zahnlaut, dental, Zahn, zahnärztliche, zahnärztlichen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοντικός
οδοντικός τύπος ανθρώπου, οδοντικός φραγμός, οδοντικός πολφός, οδοντικός πόνος, οδοντικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, οδοντικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- οδοιπορία στα γερμανικά - treck, Marsch, marschieren, März, march
- οδοντίατρος στα γερμανικά - zahnarzt, Zahnarzt, Zahnärztin, den Zahnarzt, Zahnarztes
- οδυνηρά στα γερμανικά - schmerzlich, schmerzliche, schmerzhaft, mühsam, peinlich
- οδυνηρός στα γερμανικά - ärgerlich, mühsam, scheußlich, schrecklich, widerlich, schmerzhaft, schmerzlich, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδοντικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zahnärztlich, zahnlaut, dental, Zahn, zahnärztliche, zahnärztlichen
Μεταφράσεις: zahnärztlich, zahnlaut, dental, Zahn, zahnärztliche, zahnärztlichen