Øve στα ελληνικά
Μετάφραση: øve, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξασκώ, άσκηση, ασκώ, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- østers στα ελληνικά - στρείδι, στρειδιών, στρείδια, στρειδιού, το στρείδι
- østlig στα ελληνικά - ανατολή, ανατολικός, Ανατολής, Ανατολικής, Ανατολική, ανατολικό
- øvelse στα ελληνικά - άσκηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
- øverst στα ελληνικά - κορυφή, ανύψωση, ανάδειξη, αποκορύφωμα, ύψωση, ακμή, ύψος, ...
Τυχαίες λέξεις
Øve στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξασκώ, άσκηση, ασκώ, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
Μεταφράσεις: εξασκώ, άσκηση, ασκώ, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές