Bese στα ελληνικά

Μετάφραση: bese, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άποψη, επιθεωρούν, επιθεωρεί, επιθεωρήσει, να επιθεωρεί, επιθεωρήστε
Bese στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • berøre στα ελληνικά - πινελιά, αγγίζω, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
  • berøring στα ελληνικά - πινελιά, αγγίζω, επαφή, επαφής, Επικοινωνηστε με, Επικοινωνηστε με την, Επικοινωνήστε με
  • besejre στα ελληνικά - ήττα, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του
  • besidde στα ελληνικά - της], κατέχω, έχω, έχουν, κατέχουν, διαθέτουν, διαθέτει, ...
Τυχαίες λέξεις
Bese στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άποψη, επιθεωρούν, επιθεωρεί, επιθεωρήσει, να επιθεωρεί, επιθεωρήστε