Borger στα ελληνικά
Μετάφραση: borger, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοχος, κάτοικος, μόνιμος, πολίτης, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της
Μεταφράσεις
- bore στα ελληνικά - τριβελίζω, τροχός, άσκηση, πλήττω, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, ...
- borg στα ελληνικά - κάστρο, κάστρου, Castle, το κάστρο, κάστρο της
- borgerlig στα ελληνικά - ευπροσήγορος, αστός, αστική, αστικής, αστικό, αστικού
- borgermester στα ελληνικά - δήμαρχος, Δήμαρχο, Δημάρχου, Mayor, ο Δήμαρχος
Τυχαίες λέξεις
Borger στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοχος, κάτοικος, μόνιμος, πολίτης, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της
Μεταφράσεις: κάτοχος, κάτοικος, μόνιμος, πολίτης, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της