Eneste στα ελληνικά

Μετάφραση: eneste, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοναδικός, μόνος, μόνο, πέλμα, μοναχικός, απόκοσμος, ασυντρόφευτος, γλώσσα, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Eneste στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ener στα ελληνικά - μονάδα, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
  • energi στα ελληνικά - ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
  • eng στα ελληνικά - λιβάδι, λιβαδιών, λιβάδια
  • engang στα ελληνικά - κάποτε, εφάπαξ, ακόμη και, καν, ακόμη, ακόμα, ακόμα και
Τυχαίες λέξεις
Eneste στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοναδικός, μόνος, μόνο, πέλμα, μοναχικός, απόκοσμος, ασυντρόφευτος, γλώσσα, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για