Handling στα ελληνικά

Μετάφραση: handling, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβημα, δράση, επενέργεια, αγωγή, πράξη, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ενέργειες
Handling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • handel στα ελληνικά - επιχείρηση, δουλειές, υπόθεση, επάγγελμα, δουλειά, επιτήδευμα, εμπόριο, ...
  • handle στα ελληνικά - επιτήδευμα, πράξη, εμπόριο, πραμάτεια, επάγγελμα, εμπορεύματα, πράξης, ...
  • handske στα ελληνικά - γάντι, γαντιών, γαντιού, των γαντιών, του συνοδηγού
  • hane στα ελληνικά - παρακεντώ, βρύση, κόκορας, πετεινός, κόκκορας, κόκορα, κόκκορα
Τυχαίες λέξεις
Handling στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβημα, δράση, επενέργεια, αγωγή, πράξη, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ενέργειες