Morsomhed στα ελληνικά

Μετάφραση: morsomhed, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστείο, σκέρτσο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Morsomhed στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • morgen στα ελληνικά - πρωί, το πρωί, πρωινό, πρωινή
  • morsom στα ελληνικά - αστείος, περίεργος, κωμικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
  • mos στα ελληνικά - βρύο, βρύα, σφάγνου, βρύων, βρύου
  • mosaik στα ελληνικά - ψηφιδωτό, ψηφιδωτά, μωσαϊκά, ψηφιδωτών, μωσαϊκών
Τυχαίες λέξεις
Morsomhed στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστείο, σκέρτσο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο