Τόπος στα δανικά

Μετάφραση: τόπος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sted, sætte, plads, lægge, hjem, stille, stedet
Τόπος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τόπος

τόπος να ζω, τόπος διαμονής, τόπος εξορίας κατά τον 20ο αιώνα, τόπος κοινοτικής σημασίας, τόπος καταγωγής, τόπος λεξικό γλώσσας δανικά, τόπος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τόνος στα δανικά - tone, dialekt, tryk, nuance, betoning, accent, tonen, ...
  • τόξο στα δανικά - bue, sløjfe, bøje, stævnen, bow
  • τόρνος στα δανικά - drejebænk, lathe, drejebænke
  • τόσο στα δανικά - altså, så, så meget, så megen, så mange, så stor
Τυχαίες λέξεις
Τόπος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sted, sætte, plads, lægge, hjem, stille, stedet