Stof στα ελληνικά

Μετάφραση: stof, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύφασμα, πανί, ουσία, νοιάζομαι, θέμα, ύλη, υπόθεση, πράμα, υφάσματος, υφασμάτων, υφάσματα, ιστού
Stof στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stjernebillede στα ελληνικά - αστερισμός, αστερισμό, αστερισμού, αστερισμό του, σχηματισμού
  • stjæle στα ελληνικά - κλέβω, βουτώ, κλοπή, κλέβει, κλέβουν, να κλέβει, κλέβοντας
  • stok στα ελληνικά - χώνω, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
  • stol στα ελληνικά - έδρα, καρέκλα, προεδρία, καρεκλάκι, καρέκλας, προεδρεύει
Τυχαίες λέξεις
Stof στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύφασμα, πανί, ουσία, νοιάζομαι, θέμα, ύλη, υπόθεση, πράμα, υφάσματος, υφασμάτων, υφάσματα, ιστού