Ουσία στα δανικά
Μετάφραση: ουσία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kerne, essens, stof, stoffet, stoffer, substans
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουσία
ουσία εστιατόριο, ουσία σε σαμπουάν και καλλυντικά μπλοκάρει τα νευρικά κύτταρα, ουσία dca, ουσία συνώνυμα, ουσία p, ουσία λεξικό γλώσσας δανικά, ουσία στα δανικά
Μεταφράσεις
- ουρανός στα δανικά - himmel, himmerig, himmerige, sky, himlen, himmelblå, luftrum
- ουρλιάζω στα δανικά - yowl
- ουσιαστικά στα δανικά - væsentlige, det væsentlige, i det væsentlige, hovedsagelig, væsentligt
- ουσιαστικό στα δανικά - substantiv, navneord, noun, subst, navneordet
Τυχαίες λέξεις
Ουσία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kerne, essens, stof, stoffet, stoffer, substans
Μεταφράσεις: kerne, essens, stof, stoffet, stoffer, substans