Αναστατώνω στα ιταλικά
Μετάφραση: αναστατώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sconvolgere, agitazione, fluster, agitare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστατώνω
αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αναστατώνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αναστάτωση στα ιταλικά - scalpore, trambusto, rottura, interruzione, perturbazione, interruzioni, perturbazioni
- αναστέλλω στα ιταλικά - differire, sospendere, aggiornare, inibire, inibire la, inibisce, inibiscono
- αναστενάζω στα ιταλικά - sospiro, sospirare, sigh, sospirando, respiro
- αναστεναγμός στα ιταλικά - sospiro, sospirare, sigh, sospirando, respiro
Τυχαίες λέξεις
Αναστατώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sconvolgere, agitazione, fluster, agitare
Μεταφράσεις: sconvolgere, agitazione, fluster, agitare