Αναστατώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αναστατώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хваляваць, трывожыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστατώνω
αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναστατώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναστάτωση στα λευκορωσικά - парушэнне, парушэньне
- αναστέλλω στα λευκορωσικά - душыць, падаўляць, прыгнятаць
- αναστενάζω στα λευκορωσικά - ўздых, уздых, уздыхнуў
- αναστεναγμός στα λευκορωσικά - ўздых, уздых, уздыхнуў
Τυχαίες λέξεις
Αναστατώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: хваляваць, трывожыць
Μεταφράσεις: хваляваць, трывожыць